Δεν μπορείς   να εφησυχάζεις, όταν ο εχθρός άγρυπνος πολεμάει. Δεν μπορείς αμέριμνος να καθεύδεις, όταν τα «πεπυρωμένα βέλη» του πονηρού και των παθών βάλλουν καταιγιστικά και αδιάκοπα.
 Σκληρός και αδυσώπητος τούτος ο πόλεμος. Δε γνωρίζει ανακωχή. Τα πάθη ξεσπούν σαν ηφαίστειο και καίνε σαν την πυρακτωμένη λάβα. Συγκλονίζουν την ύπαρξη εξουθενωτικά και παραλυτικά. Πολύ οδυνηρό για πάντα το ερωτηματικό: «Τις με ῥύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. ζ΄ 24).
Ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος – ένας απ’ τους έξοχους Πατέρες της Εκκλησίας και σύγχρονος των τριών Καππαδοκών – υπήρξε διδάσκαλος της μετάνοιας και της νήψης (εγρήγορσης). Η άριστη γνώση της ανθρώπινης ψυχής, οι άγιες προσωπικές εμπειρίες της μακαρίας απάθειας και το ύψος της αγιότητός του, τον αναδεικνύουν μοναδικό οδηγό της νήψης και της πνευματικής ζωής. Ο λόγος του – γεμάτος χάρη και δύναμη – εμπνέει, οικοδομεί, ενισχύει, στηρίζει αλλά και αφυπνίζει συνειδήσεις.
 Έχοντας επίγνωση των σχεδίων και των παγίδων του πολυμήχανου διαβόλου και της αέναης εσωτερικής τρικυμίας των παθών και της αμαρτίας, ο άνθρωπος πρέπει πολύ να κοπιάσει και ν’ αθλήσει για τη σωτηρία του. «Πολλοῦ καμάτου χρεία εἰς τό σωθῆναι καί πολλοῦ αἰῶνος» (χρόνου).
 Η νήψη είναι νίκη, και η νίκη προϋποθέτει συνεχή άσκηση. «Οὐ γάρ παίγνιον ἐστιν ἡ ἄσκησις», λέγει ο άγιος Εφραίμ, «ἀλλ’ ἐν πολλῇ ἀκριβείᾳ ἡ τῆς ψυχῆς σωτηρία κατορθοῦται». Χρειάζεται πολλή επιμέλεια και προθυμία ψυχής. Εάν χαλαρώσουμε τον αγώνα, τότε ο διάβολος «ὁλόκληρον καταπίνει τόν μή νήφοντα».
Βρισκόμαστε σ’ εμπόλεμη κατάσταση. «Ἐν μεγάλῳ πολέμῳ ἐσμεν ἐν τῷδε τῷ βίῳ καί ὁ ἐχθρός μαίνεται· ἀλλ’ οὐ παραιτητέον τόν ἀγῶνα». Μέγας ο πόλεμος και λυσσαλέος ο εχθρός, αλλά καμιά υποχώρηση, καμιά λιποταξία. Εγκατάλειψη του αγώνα ισοδυναμεί με προδοσία.
Είναι στιγμές που ο πνευματικός αγωνιστής μέσα στη φωτιά και την αντάρα της μάχης, παθιασμένος θ’ αναφωνήσει: «ω, τι δεινός ο πόλεμος! Ω, τι χαλεπός!»… Αλλά ο άγιος Πατέρας με τις άγιες διδαχές του, μεταγγίζει θάρρος και αισιοδοξία, ιδιαίτερα στους νέους. «Ὀξυπόδησον ἐν τῷ ἀγῶνι τῆς ἀσκήσεώς σου, ὦ νεότης», λέει. Τρέξε γρήγορα και γενναία το δρόμο της πνευματικής σου άσκησης. Και μ’ ένα τόνο ηρωικό θα προσθέσει: «Μή συνηθίσῃς ἧτταν ἐν τῷ πολέμῳ. Ἡ γάρ συνήθεια δευτέρα φύσις». Η συνήθεια, για πάντα, είτε στο καλό είτε στο κακόμ είναι «δευτέρα φύσις». Εδώ «ἧτταν ἐν τῷ πολέμῳ» εννοεί την υποχώρηση, την πτώση, την αμαρτία. Κι όπως είναι γνωστό, η μια πτώση φέρνει την άλλη.
Όποιος πολεμάει, προσέχει απ’ όλες τις μεριές και κατοπτεύει τα πάντα. Δεν αφήνει κερκόπορτες ανοιχτές και διόδους αφύλακτες. Οι απροσεξίες πολύ κοστίζουν. Κάποτε και μικρές λεπτομέρειες επιφέρουν πανωλεθρία και συντριβή. «Μικρά ἀμέλεια τίκτει μεγάλην ἁμαρτίαν». Όπως και αντίθετα, «μικρά νῆψις ἀποστρέφει πολλήν ζημίαν».
Ο άνθρωπος, βέβαια, είναι αδύνατος και ο συνεχής και τραχύς αγώνας τον κουράζςι. Σε τούτες ακριβώς τις στιγμές της ανθρώπινης αδυναμίας παραμονεύει ο μεγάλος κίνδυνος της ακηδίας και της ραθυμίας. Μειώνονται οι πνευματικές δυνάμεις, η αντίσταση αδυβατίζει και ο εχθρός είναι «προ των πυλών». Γι’ αυτό, συμβουλεύρι ο όσιος Εφραιμ, «ἐάν πνεῦμα ἀκηδίας ἔλθῃ ἐπί σέ, διά τῆς ὑπομονῆς ἀντίστηθι πρός αὐτήν». Συχνά στον αγώνα επιβάλλεται αντίσταση και άμυνα «μέχρις αίματος». Αντίσταση κατά της ραθυμίας και της ακηδίας και της χαυνότητας. «Φεῦγε τήν χαυνότητα… Ἄσκησον ἡσυχίαν, μελέτα ψαλμωδίαν».
Απόρθητο για να παραμείνει το κάστρο της ψυχής, χρειάζεται άγρυπνο μάτι, δύναμη θέλησης και άριστη χρήση των πνευματικών όπλων. «Έχεις όπλα, ω άνθρωπε, κατά παντός εναντίου. Έχεις όπλα, διάφορα προς τας μηχανάς του αντιπάλου». Κι είναι τούτα τα όπλα πανίσχυρα και συντριπτικά. Όσες κι αν είναι οι «μηχανές» (τα τεχνάσματα) του εχθρού διαβόλου, τα όπλα της δικής μας στρατείας είναι «δυνατά τῷ Θεῷ προς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων» (Β΄ Κορ. ι΄ 4).
Όπως συμβαίνει στο σύγχρονο πόλεμο με τους αντιβαλλιστικούς πυραύλους που σημαδεύουν και καταρίπτουν τους πυραύλους του εχθρού μετά την εκτόξευσή τους, έτσι και ο νηπτικός άνθρωπος με τ’ αντιβαλλιστικά όπλα της χάριτος του Θεού, εξουδετερώνει κάθε εχθρική επίθεση.
Η νήψη – αληθινή έκφραση ελευθερίας και υπέρβαση κάθε νωθρότητας και ακηδίας –συντελεί στην «εν Χριστώ» τελείωση του ανθρώπου. Τρόποι και μέσα μιας αυξημένης επαγρύπνησης είναι η «φυλακή του νοός», ο φόβος του Θεού, η αδιάλειπτη προσευχή, η μνήμη του θανάτου, ο θείος έρωτας και ο επίμονος και επίπονος προσωπικός αγώνας.
Ο φόβος του Θεού, κατά τον όσιο Εφραίμ, είναι «φυλακτήριον ψυχής», είναι «κυβερνήτης ψυχής», είναι «παιδευτήριον ψυχής». «Ὁ ἔχων φόβον Θεοῦ οὐκ ἀμεριμνᾷ· νήφει γάρ πάντοτε». Δηλαδή όποιος ολόθερμα ευλαβείται και αγαπά το Θεό, δεν μπορεί να παραμένει αδιάφορος στο μέγα θέμα της σωτηρίας. Βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση εγρήγορσης.. Αντίθετα, «ὁ μή ἔχων τόν φόβον τοῦ Θεοῦ ἐν ἑαυτὦ, ὁ τοιοῦτος εὐάλωτος ἐστι τοῖς τοῦ διαβόλου επιχειρήμασιν… Μετεωρίζεται· ἀδιαφορεῖ· καθεύδει ἀμερίμνως». Δίχως φόβο Θεού, εύκολα ο άνθρωπος πέφτει στις πλεκτάνες του διαβόλου... «Κτῆσαι φόβον Θεοῦ, ὅπως καί οἱ δαίμονες φοβηθήσονταί σε».
Άγιος τούτος ο φόβος. Είναι φόβος θείος και ιερός. Είναι υπερφυσικό δώρο της θείας Χάριτος. Είναι ενδεικτικό παρουσίας του Αγίου Πνεύμαοτς. Είναι φόβος άφοβος, γιατί δε φοβάται τον εχθρό. Όπου «φόβος Θεού», εκεί και η παρουσία του Θεού· και όπου η παρουσία του Θεού, εκεί και η απουσία του διαβόλου και κάθε κακού.
«Μακάριος ὁ ἀεί ἔχων ἐν ἑαυτῷ μνήμην Θεοῦ». Όσο ψυχοζημιογόνος είναι η «λήθη», τόσο ωφέλιμη και προστατευτική είναι η «μνήμη Θεού». Αλλά «μνήμη Θεού» δεν μπορεί να υπάρξει δίχως αδιάλειπτη προσευχή. Αυτή μονάχα είναι «όπλον κατά του διαβόλου». Κατά τον όσιο Εφραίμ, «ὁ προσευχόμενος νηφόντως καίει τούς δαίμονας».
Θερμές προσευχές είναι φωτιές, που καίνε. Τέτοιες προσευχές τις τρέμουν οι δαίμονες. Μακάριος ο άνθρωπος της ζωντανής και αδιάλειπτης προσευχής. Έχει πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής του. «Προσευχή άοκνος» είναι προσευχή νηπτική, προσευχή δυνατή. «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν», είχε πει ο Κύριος στους Μαθητές Του. Η εγρήγορση ποτίζει την προσευχή, αλλά και η προσευχή διατηρεί την εγρήγορση. Προσευχή και νήψη πάνε μαζί. Συνυπάρχουν. Είναι αδελφές.
Ανάμεσα στους συντελεστές της καρδιακής νήψεως και της εν Χριστώ ζωής, είναι και η μνήμη θανάτου, για την οποία ο άγιος Εφραίμ – καθώς και άλλοι Πατέρες – κάνουν ιδιαίτερο λόγο.
Η μνήμη θανάτου είναι κατάφαση της πίστης και της ελπίδας. Είναι κάθαρση λογισμών και υπαρξιακή αυτοσυνειδησία. Είναι μετάθεση της καρδιάς απ’ τα γήινα στα ουράνια και αιώνια. Κατασιγάζει τα πάθη και κρατάει άγρυπνη και αγωνιστική την ψυχή. Διώχνει κάθε ανησυχία και κάθε εσωτερική ταραχή. Γι’ αυτό, «μακάριος ὁ μελετῶν καθ’ ἑκάστην τόν θάνατον». Είναι εξαιρετικά σπουδαίο τούτο το μάθημα για κάθε πνευματικό αγωνιστή. Μάθημα που το μελετάει «καθ’ εκάστην». Μάθημα με πολλές αγίες προεκτάσεις. Αλλά και μάθημα κατάλληλο για όλες τις ηλικίες. «Μακάριος, λοιπόν, ὁ ἔχων πρό ὀφθαλμῶν τήν ἡμέραν τῆς ἐξόδου».